"Η σιωπή, ο λόγος και η ζωή των μοναχών"

8:00:00 π.μ.
Το Άγιον Όρος είναι ένας τόπος μυστηρίου, που μιλάει πολύ έντονα η σιωπή, δηλ. αυτή η ίδια η αιωνιότης, αφού η σιωπή είναι η γλώσσα του μέλλοντος αιώνος. Όπως οι άγιοι Άγγελοι, έχουν μια άλλη ακατανόητη για μας νοερά δύναμι, που μεταδίδουν τα θεία νοήματα ο ένας στον άλλο (Μ. Βασίλειος), έτσι και οι επίγειοι Άγγελοι, που ζουν στο Άγιον Όρος και συναγωνίζονται τους ουράνιους και ασωμάτους στην ζωή και την προσευχή, έχουν μια άλλη δύναμι για να μεταδώσουν αυτά που ζουν. 


Και αυτή είναι η σιωπή, η οποία, ιδίως στο Όρος, είναι η ευγλωττότερη ρητορεία, μια «σιωπώσα παραίνεσις». Εκεί δεν μιλούν πολύ, αλλά ζουν «εν σιωπή» τα μυστήρια του Θεού, βιώνουν την αποφατική εμπειρία της Ορθοδόξου θεολογίας. 

Με την σιωπή ακούν την φωνή του Θεού και αποκτούν την αρετή. Κατά τον άγιο Συμεών το νέο θεολόγο «οδός ταχεία προς ανάληψιν αρετής η σιωπή εστι τοις εισαγωγικοίς των χειλέων και η μύσις των οφθαλμών και των ώτων η κώφευσις».


Η σιωπή των μοναχών σε διδάσκει. Διαβάζουμε στο Γεροντικό: «Ο Αρχιεπίσκοπος Θεόφιλος πήγε κάποτε στην σκήτη. Συνάχθηκαν όλοι οι αδελφοί και λέγουν στον αββά Παμβώ: Πές ένα λόγο στον πάπα για να ωφεληθή. Τους αποκρίνεται ο γέρων: «Αν δεν ωφελήται με την σιωπή μου, ούτε με τον λόγο μου πρόκειται να ωφεληθή». 

Στο Άγιον Όρος πρέπει να πας με την πρόθεσι να ωφεληθής με την σιωπή. Αν ξέρης να διδάσκεσαι έτσι, τότε όλα θα σου μιληθούν. Οι σιωπηλές μορφές των μοναχών, τα σπήλαια των ερημιτών, τα κατανυκτικά μοναστήρια, η φύσι και τα άψυχα αντικείμενα θα σου πουν πολλές ιστορίες και θα σου μεταγγίσουν υπέροχες διδασκαλίες. Μ' αυτό τον τρόπο ολόκληρο το Άγον Όρος διαλέγεται «εν σιωπή».


Μερικές όμως φορές μιλούν και τότε ωφελούν γιατί έχουν βίον καλόν. Και «βίος (καλός) άνευ λόγου μάλλον ωφελείν πέφυκε ή λόγος άνευ βίου (καλού). Ο μεν γαρ και σιγών ωφελεί, ο δε και βοών ενοχλεί. Ει δε και λόγος και βίος συνδράμοιεν, εν φιλοσοφίας α πάσης αποτελούσιν άγαλμα» (Ισίδωρος Πηλουσιώτης). 

Επειδή έχουν βίον άγιον και έχουν γίνει κιθάρες του Αγίου Πνεύματος και «μυστικαί σάλπιγγες» της Αγίας Τριάδος (Αγάπης, Λόγου, Σοφίας), γι' αυτό και όταν μιλούν οπωσδήποτε ωφελούν. Έχουν «ρήματα» να πουν, γιατί έχουν άφθονες πράξεις. και λέγουν τα «ρήματα» όταν ερωτηθούν. 

Είναι γνωστή από τα Πατερικά βιβλία η ερώτησι: «αββά, ειπέ ρήμα πώς σωθώ». Ρήμα ονομάζεται στην γλώσσα της ερήμου «ο εκστομιζόμενος και αυθεντικός» λόγος που βγαίνει απ' την καρδιά του ερημίτου σαν γέννημα του Αγίου Πνεύματος και ο ερωτών τον δέχεται σαν προϊόν της Χάριτος, χωρίς να τον επεξεργασθή λογικά. 

Του είναι απαραίτητος αυτός ο λόγος από τον Πνευματικό Πατέρα για να ζήση. Το ρήμα επομένως βγαίνει από θεοφιλή ψυχή, που έχει τρωθή από τον θείο έρωτα και λέγεται κατά το μέτρο της δίψης αυτού που ερωτά. Όπως η Παναγία εκ Πνεύματος αγίου συνέλαβε τον Λόγο του Πατρός και έτεκε τον θεάνθρωπο Ιησού και επομένως έγινε η «χαρά όλης της δημιουργίας», έτσι και οι Πατέρες, λόγω της καθαρότητος, συνέλαβαν τον λόγο και τον μεταδίδουν σ' εκείνους που διψούν και γίνονται η χαρά τους... 
«Πλησίασαν κάποιοι αδελφοί τον αββά Φήλικα, έχοντας μαζί τους λαϊκούς. και τον παρακάλεσαν να τους πη κατι ωφέλιμο. αλλά ο γέρων σιωπούσε. Αφού δε πολύ τον παρακάλεσαν, τους είπε: «Λόγο θέλετε ν' ακούσετε;». Του απαντούν: «Ναι αββά». Είπε λοιπόν ο γέρων: «Τώρα πλέον δεν υπάρχει λόγος. Όταν ρωτούσαν οι αδελφοί τους Γέροντες και έκαναν ό,τι εκείνοι τους έλεγαν, ο Θεός έδινε από πάνω την Χάρι, πώς να μιλήσουν. Τώρα όμως, επειδή ρωτούν μεν, αλλά δεν κάνουν όσα ακούνε, ο Θεός πήρε την Χάρι του λόγου από τους γέροντες. και δεν βρίσκουν τι να πουν, μια και δεν υπάρχει εκείνος οπού θα τα έκανε». 

Και ακούοντας αυτά οι αδελφοί στέναξαν και είπαν: «Προσευχήσου για μας Αββά» (Γεροντικό). Στο παράδειγμα αυτό φαίνεται ότι ο λόγος είναι φωτισμός της Χάριτος. Η Χάρι φωτίζει καθαρούς και αγίους ανθρώπους και «σαρκώνει» την ζωή σε λόγια. Επίσης ότι λέγεται ανάλογα με την δίψα αυτού που ερωτά και ακόμη ότι οι μοναχοί γνωρίζουν να «συντρίβουν» προς το αγαθό και την πιο ψυχρή καρδιά, έστω και με τον διακριτικό έλεγχο.


Όταν λοιπόν τους ρωτήσης με απλότητα, ταπείνωσι και προθυμία να εφαρμόσης, τότε θα ακούσης τις «ελλάμψεις» της Χάριτος. Λόγια απλά, ταπεινά, γεμάτα όμως σοφία και χάρι. Λόγια «χαριτωμένα».
Και στο σημείο αυτό είναι μιμητές του Χριστού, ο οποίος είναι ο βροντερός Λόγος του Πατρός, αλλά και η βαθειά σιωπή. Μιλούσε, αλλά και σιωπούσε. Και ακριβώς η κίνησι του Θεού προς τον άνθρωπο είναι όχι μόνο «αποκάλυψις λόγου», αλλά και «έκφρασις ησυχίας». Επομένως και η κίνησι του ανθρώπου προς τον Θεό και του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπό του πρέπει να διακρίνεται από τα δυο αυτά στοιχεία. Επισκέπτεσαι το Άγιον Όρος με την πρόθεσι να διδαχθής περισσότερο με την σιωπή και λιγότερο με τον λόγο.
Οι ερημίτες αγιορείτες μοναχοί, τα ερημικά αυτά και τόσο μελωδικά πτηνά, βιώνουν την Ζωή. Κολυμπούν μέσα στον Παράδεισο. Αυτοί είναι οι πραγματικά «θεωμένοι», που ζουν όλη την ζωή του Χριστού «εν οστρακίνοις σκεύεσιν», μέσα δηλ. σε σώματα ταλαιπωρημένα από την άσκησι και την διακονία. Εκεί βλέπει κανείς την, ας την ονομάσουμε, έμπρακτη θέωσι και όχι την θεωρητική, που την διδάσκουν οι άγευστοι της θεολογίας... 

Ζουν την πίστι και τα έργα. Γιατί ομολογουμένως η πίστι χωρίς τα έργα είναι φαντασία και τα έργα χωρίς την πίστι είναι ειδωλολατρία. Πάνω στα τραχύτατα σώματά τους (αφού εξαφάνισαν τον κόσμο με τις υποκριτικές ευγένειες) είναι αποτυπωμένη η Χάρι του Θεού και η μορφή του Χριστού. Ο χορός των αγίων ασκητών «το παρά φύσιν διέφυγε, το κατά φύσιν διέσωσε και των υπέρ φύσιν ηξίωται χαρισμάτων» (Άγ. Νικόδημος).


Όταν τους βλέπης, νομίζεις πως είναι δυστυχισμένοι και λυπημένοι, αλλά όταν η εσωτερική τους γαλήνη ξεχειλίση, θα σε πλημμυρίση! Μοιάζουν σαν τα μεγάλα φράγματα, που κρατάνε πολύ γαληνεμένο νερό, όταν όμως σπάσουν, φανερώνεται η δύναμί τους, επειδή πλημμυρίζουν όλη την γύρω περιοχή. Όταν εκείνο το στόμα τού ερημίτου ανοίξη, θα σε ευωδιάση! Τα στόματα των αγίων μοναχών είναι «πηγαί μέλι ρέουσαι και νάματα προχέουσαι καθαρά» (Χρυσόστομος). 

Νομίζεις πως είναι άχρηστοι, όμως πολύ γρήγορα θα καταλάβης ότι είναι «δένδρα ουρανομήκη και ευσκιόφυλλα», που σε σκεπάζουν και σε δροσίζουν. Νομίζεις πως είναι ρακένδυτοι και απλησίαστοι, λόγω της μη εξεζητημένης καθαριότητος, λόγω της «αλουσίας» και όμως πολύ γρήγορα θα αντιληφθής ότι είναι «φυτά αγλαόκαρπα και αμάραντα», «κρίνα αειθαλή και πανεύοσμα», που η ευωδία τους θα σε καλύψη! Κι αυτό γιατί μέσα τους ζει ο Χριστός, η αληθινή ζωή. «Η ζωή τους κέκρυπται εν Χριστώ».


Σε κάθε αγιορείτη μοναχό, που ακολουθεί τα βήματα των αγίων Πατέρων και ζει στην αγιοπατερική παράδοσι, διακρίνεις, αν έχης πνεύμα Θεού, την συνύπαρξι αντιθέτων φαινομενικά καταστάσεων. Του θανάτου και της ζωής. Από τον καθημερινό θάνατο ξεπηγάζει η ζωή και από την απόλαυσι της ζωής θανατώνεται πιο πολύ ο θάνατος. Όσο αυξάνεται ο θάνατος του θανάτου (της αμαρτίας), τόσο βιώνεται η ζωή της Ζωής (ο Χριστός) και όσο βιώνεται η Ζωή, τόσο και νεκρούται ο θάνατος, μέχρι το σημείο να ζήση κανείς μέσα του την ανάστασι και την ανάληψι του Χριστού. 

Δηλ. θανατώνεται η αμαρτία και γεννιέται η ζωή. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι οι μοναχοί ενδύονται τον θάνατο και απολαμβάνουν την Ζωή. Ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Ρωμαίους: «Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει· ο γαρ απέθανε τη αμαρτία απέθανεν εφ' άπαξ, ο δε ζή, ζή τω Θεώ» (Ρωμ. στ' 9). 

Ο άγιος Νικήτας ο Στηθάτος γράφει ότι το ίδιο συμβαίνει και στον άγιο άνθρωπο, τον Χριστοποιημένο, γιατί και αυτός αφού νεκρώθηκε και πέθανε κατά κόσμο ζη την ζωή του Χριστού: «Ο εκ νεκρών έργων εγερθείς, Χριστώ συνανέστη. Ει δε Χριστώ συνανέστη διό της γνώσεως, Χριστός δε ουκέτι αποθνήσκει, ουδέ αυτού θάνατος αγνωσίας κυριεύει. Ώστε ουκ έτι ζη αυτός τη σαρκί και τω κόσμω, νεκρωθείς τοις μέλεσι του σώματος αυτού και τοις πράγμασι του βίου, αλλά ζή εν αυτώ ο Χριστός, ως υπό χάριν γεγονότι Πνεύματος αγίου, ουκ όντι υπό νόμον σαρκός, όπλα δικαιοσύνης τα μέλη αυτού, δηλονότι προσαγαγόντι τω Θεώ και Πατρί».


Ακόμη στους θεωμένους μοναχούς συναντάς και την συνύπαρξι της στάσεως και της κινήσεως. Ζουν την «αεικίνητον στάσιν» και «την στάσιμον κίνησιν» κατά τον Αγ. Μάξιμο. 

Παραμένουν δηλ. «εν τω Χριστώ» και διαρκώς κινούνται για την τελειότερη απόλαυσι Αυτού, γιατί ο Χριστός είναι ο πολυδιάστατος πολύτιμος μαργαρίτης. Αυτό το επεξηγεί κατά τρόπο παραστατικό ο Αγ. Γρηγόριος Νύσσης: «Τούτο δε το πάντων παραδοξότατον πώς το αυτό οτάσις εστί και κίνησις· ο γαρ ανιών, πάντως ουκ ίσταται και ο εστώς ουκ ανέρχεται· ενταύθα δε δια του εστάναι, το αναβήναι γίνεται· τούτο δε ότι όσω τις πάγιος τε και αμετάθετος εν τω αγαθώ διαμένει, τοσούτω πλέον τον της αρετής διανύει δρόμον». Παραμένει δηλ. στο αγαθό και διαρκώς κινείται. Διαρκώς κινείται και παραμένει στον Χριστό. Είναι η ακατάπαυστη δίψα για τον Χριστό, αλλά και ο θείος χορτασμός. Έλεγε ένας μοναχός ότι κάτι παράξενο συμβαίνει σε μένα. Πεινάω και όμως αισθάνομαι χορτάτος! Για τον άνθρωπο όμως του Θεού αυτό δεν είναι καθόλου παράξενο. Αυτή είναι «η τελεία των τελείων ατέλεστος τελειότης» (Ιωάννης Κλίμακος).


Η ζωή των μοναχών διαρκώς Λογοποιείται, Χριστοποιείται. Ο βιαστής μοναχός ζη όλες τις «ενηλικιώσεις» του Χριστού. Σαρκώνεται μέσα του ο Χριστός, θαυματουργεί, υφίσταται το πάθος, ανίσταται, αναλαμβάνεται... 

Και επειδή ζη εν Χριστώ, γι' αυτό και επιτυγχάνει την ενοποίησι όλου του εσωτερικού του κόσμου και του εξωτερικού ακόμη. Υπερβαίνει όλες τις διακρίσεις και ανέρχεται σε ψηλότερη θέσι από την προπτωτική, από κει δηλ. που βρισκόταν ο Αδάμ. Ο άγιος Μάξιμος αναφέρει τις πέντε διακρίσεις που απέτυχε να υπερβή ο Αδάμ και το επιτυγχάνει τώρα ο άνθρωπος με την βοήθεια του νέου Αδάμ, δηλ. του Χριστού. 

Την διάκρισι ακτίστου και κτιοτού, νοερού και αισθητού, ουρανού και γης, παραδείσου και οικουμένης, άρρενος και θήλεος. Από την υπέρβασι της τελευταίας προχωρεί στην υπέρβασι και της πρώτης (ακτίστου και κτιστού). Δηλ. ο άγιος του Θεού άνθρωπος προσάγει ολόκληρο τον εαυτό του και ολόκληρο τον κόσμο στον Θεό, γι' αυτό και ένας άγιος είναι ο μεγαλύτερος ευεργέτης της ανθρωπότητος.


Ένα τέτοιο Γέροντα πλησίασα μια μέρα στο Άγιο Όρος. Ένα Γέροντα που απολαμβάνει τον αχόρταστο χορτασμό του θείου ελέους. Ζώντας σχεδόν σε μια οπή της γης, ξεπέρασε όλα τα σχήματα του κόσμου. Δεν υπάρχουν λέξεις να τον περιγράψουν. Αν τον χαρακτηρίσης σοφό, πέφτεις έξω. Αν τον πης τρελλό, δεν αποδίδεις πλήρως το μέγεθος της πνευματικής του τρέλλας! Δεν ξέρεις τι χαρακτηρισμό να δώσης. Αφού ξέφυγε τα σχήματα του κόσμου, προχωρεί στο βάθος της αιωνιότητος. Αγγίζει την θεία φωτιά και είναι κυριολεκτικά αναμμένος, πυρπολημένος. Τώρα φλέγεται από την άκτιστη φλόγα. Ώρες-ώρες, ενώ συζητάς μαζί του, νομίζεις πως θα ανάψη και θα πυρποληθή εντελώς! Νομίζεις πως θα φύγη από μπροστά σου με το σώμα του, όπως ο Προφήτης Ηλίας με το πύρινο άρμα! Την ώρα που συνομιλείς, νομίζεις ότι θα αναληφθή στους Ουρανούς, όπως ο Κύριος, ο Οποίος «εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ' αυτών και ανεφέρετο εις τον Ουρανόν» (Λουκά κδ' 51). Αυτό όμως που σου φαίνεται ότι θα γίνη, αλλά δεν γίνεται, διασκεδάζεται από κάτι άλλο που συμβαίνει. 

Δηλ. η κατάνυξι που δημιουργείται, όση ώρα σου μιλάει για θέματα πνευματικής ζωής, είναι παρόμοια με το θάμβος, που κατέλαβε τους μαθητάς στο όρος Θαβώρ. «Νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς, και ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα· ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα· αυτού ακούετε· και ακούσαντες οι μαθηταί έπεσον επί πρόσωπον αυτών και εφοβήθησαν σφόδρα» (Ματθ. ιζ' 5-6). 

Συνομιλείς και την ώρα εκείνη κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα, που σε κυκλώνει και σε κυριεύει. Φόβος σε καταλαμβάνει, αλλά και επιθυμία παραμονής. την ώρα που σου λέγει τ' απλά και απέριττα λόγια ο άγιος ασκητής, θυμάσαι τον Χριστό, που μιλούσε στους μαθητάς Του από το όρος ή μέσα από την θάλασσα. Πράγματι και ο άγιος ασκητής σου μιλά από το όρος της θεωρίας και από την θάλασσα της αιωνιότητας. Πέρα από τα πεζά και ανθρώπινα. Πέρα από αυτό που είσαι συ.


Πλησίασα μια μέρα αυτόν τον Γέροντα. Ήξερα ότι ήταν πραγματικός θεολόγος. Δεν είχε γνώσεις περί του Θεού, αλλά είχε την «γνώσι του Θεού», που είναι απρόσιτη στον πολύ λαό! «Όρος γαρ έστιν άναντες (ανωφερές - απότομον) ως αληθώς και δυσπρόσιτον η θεολογία, ης μόλις οπολύς λεώς (λαός) την υπώρειαν (πρόποδας του όρους) φθάνει» (Γρηγόριος Νύσσης). 

Μόνον ο Μωϋσής ανέρχεται στο όρος της θεοπτίας και γίνεται θεόπτης. Ήξερα λοιπόν πως ο Γέροντας αυτός είναι θεόπτης Μωϋσής. Στην αρχή αισθάνθηκα αμηχανία. Τι μπορούσε κανείς να συζητήση! Ποια συμφωνία υπήρχε μεταξύ εμού και εκείνου! Ποιο κοινό σημείο! Εμείς βρισκόμαστε στο πρώτο στάδιο της «πρακτικής φιλοσοφίας», ενώ εκείνος πέρασε από την «φυσική θεωρία» στην «μυστική θεολογία», δηλ. την άληστη γνώσι. Εμείς είμαστε γεμάτοι από πάθη, ενώ εκείνος είναι θρόνος πάγχρυσος του Βασιλέως. Εμείς είμαστε η κόλασι, ενώ εκείνος είναι ο Παράδεισος!


Όμως, κατά την πορεία της συζητήσεως, ο ασκητής κατέβηκε από το ύψος του και μ' ανέβασε ψηλότερα. Κενώθηκε και με πλούτισε! «Πλούσιος ων επτώχευσεν, ίνα εγώ τη εκείνου πτωχεία πλουτήσω». Γιατί πάντα η ενότητα απαιτεί μια έξοδο και των δυο, όπως άλλωστε συμβαίνει και στην θεοκοινωνία. 

Γίνεται έξοδος του Θεού και έξοδος του ανθρώπου. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του θείου έρωτος. «Το θείον οι θεολόγοι, ποτέ μεν έρωτα, ποτέ δε αγάπην, ποτέ δε εραστόν και αγαπητόν καλούσιν. Όθεν, ως μεν έρως υπάρχων και αγάπη, κινείται· ως δε εραστόν και αγαπητόν, κινεί προς εαυτόν πάντα τα έρωτος και αγάπης δεκτικά» (Άγ. Μάξιμος). 

Επίσης λέγει πιο κάτω: «Έστι δε και εκστατικός ο θείος έρως, ουκ εών εαυτών είναι τους εραστάς, αλλά των ερωμένων. Και δηλούσι το μεν υπέρτερα της προνοίας των καταδεεστέρων γινόμενα· και τα ομόστοιχα της αλλήλων συνοχής· και τα υφειμένα της προς τα πρώτα θειοτέρας επιστροφής». Δηλ. ο άγιος Μάξιμος παρουσιάζοντας ένα χωρίο του αγ. Διονυσίου Αρεοπαγίτου λέγει ότι «ο θείος έρως είναι και εκστατικός επειδή δεν αφήνει τους εραστάς να ανήκουν στον εαυτό τους, αλλά στους ερωμένους. Και αυτό το βεβαιώνουν τα ανώτερα όντα, που φροντίζουν από αγάπη για τα κατώτερα, τα ισότιμα, που βοηθά ο ένας τον άλλον και τα κατώτερα που κινούνται με πόθο να επιστρέψουν προς τα ανώτερα».




Διατηρώ πάντα στην μνήμη μου, περισσότερο όμως στην καρδιά μου, όλες τις στιγμές της συνομιλίας εκείνης. Να πώς τον συνάντησα και τί περίπου είπαμε.



------------------------------------------------------

Α.Ι.Β., Μια βραδυά στην έρημο του Αγίου Όρους, 

Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 15η έκδοση, σελ. 17-25. 

Μέ τή σιωπή, τήν ἀνοχή καί τήν προσευχή ὠφελοῦμε τόν ἄλλον μυστικά

8:00:00 π.μ.

Όταν βλέπουμε τους συνανθρώπους μας να μην αγαπούν τον Θεό, στενοχωρούμαστε. Με τη στενοχώρια δεν κάνουμε απολύτως τίποτα. Ούτε και με τις υποδείξεις. Ούτε αυτό είναι σωστό. Υπάρχει ένα μυστικό· αν το καταλάβουμε, θα βοηθήσομε. Το μυστικό είναι η προσευχή μας, η αφοσίωσή μας στον Θεό, ώστε να ενεργήσει η χάρις Του. Εμείς, με την αγάπη μας, με τη λαχτάρα μας στην αγάπη του Θεού, θα προσελκύσουμε την χάρη, ώστε να περιλούσει τους άλλους, που είναι πλησίον μας, να τους ξυπνήσει, να τους διεγείρει προς το θείο έρωτα.
Ή, μάλλον, ο Θεός θα στείλει την αγάπη Του να τους ξυπνήσει όλους. Ό,τι εμείς δεν μπορούμε, θα το κάνει η χάρις Του. Με τις προσευχές μας θα κάνομε όλους άξιους της αγάπης του Θεού.
Να γνωρίζετε και το άλλο. Οι ψυχές οι πεπονημένες, οι ταλαιπωρημένες, που ταλαιπωρούνται από τα πάθη τους, αυτές κερδίζουν πολύ την αγάπη και την χάρι του Θεού. Κάτι τέτοιοι γίνονται άγιοι και πολλές φορές εμείς τους κατηγορούμε. Θυμηθείτε τον Απόστολο Παύλο, τι λέγει: «Ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις».

Όταν το θυμάστε αυτό, θα αισθάνεσθε ότι αυτοί είναι πιο άξιοι κι από σας κι από μένα. Τους βλέπουμε αδύνατους, αλλά όταν ανοίξουν στον Θεό, γίνονται πλέον όλο αγάπη κι όλο θείο έρωτα.


Ενώ είχανε συνηθίσει αλλιώς, τη δύναμη της ψυχής τους τη δίδουν μετά όλη στον Χριστό και γίνονται φωτιά από αγάπη Χριστού. Έτσι λειτουργεί το θαύμα του Θεού μέσα σε τέτοιες ψυχές, που λέμε «πεταμένες».

Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά κι εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά μπαίνετε στο βάθος, στη ψυχή της.
Ίσως είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να ελκύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε αυτή να γνωρίσει τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα την στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει την χάρι του Θεού. Θα γίνει αγία.

Είναι ένα είδος προβολής του εαυτού μας να επιμένουμε να γίνουν οι άλλοι καλοί. Στην πραγματικότητα, θέλομε εμείς να γίνομε καλοί κι επειδή δεν μπορούμε, το απαιτούμε απ’ τους άλλους κι επιμένομε σ’ αυτό. Κι ενώ όλα διορθώνονται με την προσευχή, εμείς πολλές φορές στενοχωρούμεθα κι αγανακτούμε και κατακρίνουμε.
Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλουμε και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, κάνουμε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της.
Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη δηλαδή, μπορεί κάποτε να βλάψει, δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός.

Η αγάπη να είναι μόνον εν Χριστώ. Για να ωφελήσεις τους άλλους, πρέπει να ζεις μέσα στην αγάπη του Θεού, αλλιώς δεν μπορείς να ωφελήσεις τον συνάνθρωπό σου. Δεν πρέπει να βιάζεις τον άλλο. Θα έλθει η ώρα του, θα έλθει η στιγμή, αρκεί να προσεύχεσαι γι’ αυτόν.
Με τη σιωπή, την ανοχή και κυρίως την προσευχή ωφελούμε τον άλλον μυστικά. Η χάρις του Θεού καθαρίζει τον ορίζοντα του νου του και τον βεβαιώνει για την αγάπη Του. Εδώ είναι το λεπτό σημείο. Άμα δεχθεί ότι ο Θεός είναι αγάπη, τότε ένα άπλετο φως θα έλθει πάνω του, που δεν το έχει δει ποτέ. Θα βρει έτσι τη σωτηρία.

Διασκευασμένο Απόσπασμα από το Βιβλίο «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ», του ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ
https://iliaxtida.wordpress.com/4

Περί αγνωμοσύνης (Αγίου Νεκταρίου)

8:00:00 π.μ.
Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης
 Αγνωμοσύνη είναι η λησμοσύνη τής ευεργεσίας που έγινε και η έλλειψη κάθε φιλικού αισθήματος προς τον ευεργέτη. 
Αχαριστία είναι η απροθυμία να ανταποδώσει κανείς τη χάρη που έλαβε.


Ο αγνώμων έχει αναίσθητη ψυχή, γιατί είναι αναίσθητος στην ευεργεσία που δέχτηκε.
Ο αγνώμων έχει ασυμπαθή καρδιά, γιατί καμιά συμπάθεια δεν γεννιέται για τον ευεργέτη, ούτε αναπτύσσεται κανένα συναίσθημα αγάπης προς αυτόν. Η καρδιά του είναι άδεια από αγάπη. 
Ο αγνώμων δεν αγαπάει ούτε τον Θεό που τον γέμισε με αγαθά ικανοποιώντας τις επιθυμίες του. Γιατί αφού τον ευεργέτη του που βλέπει δεν αγαπάει, πώς θα μπορούσε να αγαπάει τον Θεό που δεν βλέπει; 
Ο αγνώμων έχει διεστραμμένο μυαλό, γιατί πείθει τον εαυτό του με παραλογισμούς, ότι δεν οφείλει καμιά χάρη στον ευεργέτη του και καμιά ευγνωμοσύνη.

Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης: Το «Δόξα σοι ο Θεός» ρίχνει τους δαίμονες στην θάλασσα

8:00:00 π.μ.
- Γέροντα, στενοχωριέμαι γιατί έχω πολλά προβλήματα υγείας.
- Όλα να τα δέχεσαι σαν μεγάλα δώρα του Θεού. Ο Θεός δεν είναι άδικος. Στον ουρανό θα έχης πολλά να απολαύσης θα έχης σύνταξη μεγάλη, εάν δεν την μειώσης μόνη σου με τον γογγυσμό.
- Πώς, Γέροντα, αφού τώρα δεν νιώθω μέσα μου τον ουρανό;
- Δε νιώθεις τον Ουρανό, γιατί δεν δοξολογείς τον Θεό. Όταν ο άνθρωπος κινείται στον χώρο της δοξολογίας,… χαίρεται με όλα. Υπάρχουν κοσμικοί άνθρωποι που θα μας κρίνουν εμάς τους μοναχούς. Να δήτε οι Βεδουίνοι τι ταλαιπωριά περνούν, αλλά ευχαριστούν τον Θεό και είναι χαρούμενοι! Το σιτάρι δεν το καθαρίζουν, για να βγάλουν την πέτρα, αλλά το αλέθουν όπως είναι, και το ψωμί τους είναι όλο πέτρα!...


Και οι τροφές τους, φαίνεται, δεν έχουν τα απαραίτητα συστατικά, ασβέστιο κ.λπ., οπότε τα δόντια τους καταστρέφονται τελείως. Και βλέπεις Βεδουίνους να έχουν μόνον ένα δόντι και να χαίρωνται σαν να είναι το δόντι μαργαριταρένιο. Και άλλος του λείπει ένα δόντι και αισθάνεται μειονεκτικά. Με όλα αυτά που ακούτε, να κινήσθε συνέχεια στην δοξολογία να δοξάζετε μέρα-νύχτα τον Θεό για τις ευεργεσίες Του.
Μου έλεγε κάποιος επίσκοπος ότι σε έναν ναό, την ώρα που ο διάκος διάβαζε το Ευαγγέλιο της θεραπείας των δαιμονισμένων των Γεργεσηνών, ένας άνθρωπος πολύ απλός στεκόταν πίσω από το δεσποτικό και έλεγε συνέχεια «δόξα σοι ο Θεός».
Αρχίζει ο διάκος : «Τω καιρώ εκείνω ελθόντι τω Ιησού εις την χώραν των Γεργεσηνών, «δόξα σοι ο Θεός» λέει εκείνος, «υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι», «δόξα σοι ο Θεός» «χαλεποί λίαν», «δόξα σοι ο Θεός » «και ιδού ώρμησε πάσα η αγέλη των χοίρων …εις την θάλασσαν», «δόξα σοι ο Θεός».
«Κατάλαβα, μου είπε ύστερα ο επίσκοπος, ότι είχε δίκαιο αυτός ο απλός άνθρωπος που έλεγε «δόξα σοι ο Θεός» γιατί το «δόξα σοι ο Θεός» ρίχνει τους δαίμονες στην θάλασσα . Και εσείς πάντα να λέτε «δόξα σοι ο Θεός, δόξα σοι ο Θεός», μέχρι να ορμήσει η αγέλη στην θάλασσα .

Η δοξολογία αγιάζει τα πάντα. Με την δοξολογία διαλύεται ο άνθρωπος από ευγνωμοσύνη, παλαβώνει με την καλή έννοια, πανηγυρίζει τα πάντα. Και όταν ο άνθρωπος ευχαριστή τον Θεό ακόμη και για τα λίγα, έρχεται μετά τόσο πλούσια η ευλογία του Θεού, που δεν μπορεί να την αντέξη και τότε ο διάβολος δεν μπορεί πια να σταθή και φεύγει.

Δεν είναι εύκολο για τους ανθρώπους να αποδεχθούμε στην καρδιά μας ότι έχουμε αμαρτίες

8:00:00 π.μ.

πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός

 Δεν είναι εύκολο για τους ανθρώπους να αποδεχθούμε στην καρδιά μας ότι έχουμε αμαρτίες, ότι υπάρχει μολυσμός στην ψυχή και στο σώμα τους. Καθοδηγημένοι, βεβαίως, από την θρησκευτική παιδεία που έχουμε πάρει δεχόμαστε ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην είναι αμαρτωλός. Αυτό θεωρούμε ότι μπορεί να ισχύει για μας. Το πρόβλημα όμως έγκειται όταν έρχεται η στιγμή που θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο εαυτός μας είναι αμαρτωλός και ποιες είναι οι συγκεκριμένες αμαρτίες που έχουμε. Εκεί κρυβόμαστε πίσω από τις γενικότητες ή υποβαθμίζουμε την σημασία της αμαρτίας, θεωρώντας ότι υπάρχουν πιο αμαρτωλοί από εμάς (σύγκριση), ότι οι αμαρτίες μας είναι ασήμαντες (υποβάθμιση) ή ότι ο Θεός βλέπει πόσες καλοσύνες κάνουμε (αυτοδικαίωση) και θα διαγράψει τις αμαρτίες μας.

 Υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι λειτουργούν με την αίσθηση της ενοχής. Συνειδητοποιούν ότι η αμαρτωλότητά τους είναι μεγάλη, με αποτέλεσμα να αισθάνονται απέναντι στο Θεό ένοχοι. Έτσι, εν ταπεινώσει ζητούν την ευσπλαχνία και την ελεημοσύνη του Θεού και μεταφέρουν αυτό το ήθος της ταπεινότητας στη σχέση τους με τους άλλους, μη κρίνοντάς τους, προσευχόμενοι γι’ αυτούς και συγχωρώντας τους εάν κάτι τους οφείλεται από εκείνους.

Υπάρχουν όμως και άλλοι που ανήκουν στην ίδια κατηγορία με τους προηγούμενους, δέχονται δηλαδή ότι είναι αμαρτωλοί, όμως, στην προσπάθειά τους να φανούν «βασιλικότεροι του βασιλέως», ζητούν την τιμωρία όχι μόνο των ιδίων από το Θεό, αλλά και όλων των υπόλοιπων ανθρώπων. Γεμίζουν τελικά τις καρδιές τους από ένα πνεύμα ζηλωτισμού. 
Γιατί, κατά βάθος, θεωρούν ότι με την καταγγελία της αμαρτίας, με την εκζήτηση της δικαιοσύνης του Θεού, την οποία ταυτίζουν όχι με την αγάπη, αλλά με την τιμωρία και την εκδίκηση, προκειμένου να έρθει το δίκαιο, όπως το θεωρούν, θα συγχωρεθούν και οι δικές τους αμαρτίες, διότι όταν οι ίδιοι γίνονται σταυροφόροι του Θεού και της δικαιοσύνης, τότε ο Θεός θα παραβλέψει τα πταίσματά τους. 
Υπάρχουν και οι περισσότεροι που δεν θεωρούν ότι έχουν αμαρτίες, διότι δεν πιστεύουν ότι αυτές υπάρχουν.

 Αυτές οι καταστάσεις συμβαίνουν στην ανθρώπινη ύπαρξη, ανάλογα με την στάση που λαμβάνει η καθεμιά έναντι της φράσης του Αποστόλου Παύλου: «υμείς ναός Θεού εστέ ζώντος» (Β’ Κορ. 6, 16).
  Ναός σημαίνει κατοικητήριο του Θεού. Ο Θεός δεν είναι θεός νεκρός, όπως τα είδωλα, τα θρησκευτικά, αλλά και κάθε λογής τα οποία κυριαρχούν στην ανθρώπινη ζωή (χρήμα, βιοτικές μέριμνες, μηχανισμοί, πρότυπα εκ των ΜΜΕ, πρότυπα ζωής). 
 Είναι «Θεός ζων» και τον ζωντανό Θεό τον κοινωνούμε. Υπάρχει στη σκέψη και την καρδιά μας. Πλημμυρίζει το σώμα και την ψυχή μας. Μας μιλά δια των αισθήσεων και των λογισμών. Μας μιλά δια της παρουσίας Του στους άλλους ανθρώπους. Πρωτίστως, μας μιλά μέσα από τη ζωή της Εκκλησίας. Και είναι δεδομένο ότι κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να αισθάνεται καθαρός σε σχέση με το Θεό. Αλλά μπορεί να νιώθει βέβαιος ότι ο καθαρός και Άγιος Θεός τον αγαπά και παραβλέπει κάθε αμαρτία και μολυσμό, εάν ο άνθρωπος το θελήσει και το ζητήσει. Γιατί πιο πάνω από την καθαρότητα και την αγιότητα είναι η ελευθερία.

 Εάν λοιπόν η κάθε ανθρώπινη ύπαρξη επιζητεί την αυτογνωσία, η οποία επέρχεται μόνο μέσα από την σχέση εμπιστοσύνης και αγάπης με το Θεό και την επιθυμία να είναι «ναός του ζώντος Θεού», τόπος και τρόπος ελεύθερης αποδοχής Του εντός της, τότε θα αποδεχθεί εν ταπεινώσει την αμαρτωλότητά της, τόσο ως γενική κατάσταση, που σημαίνει την αποτυχία της να είναι αυτό που ο Θεός θέλει από αυτήν, δηλαδή αγαπώσα και αγωνιζόμενη να είναι καθαρή, δηλαδή να απωθεί κάθε τι που την χωρίζει από τον Δημιουργό της, όσο και τις συγκεκριμένες καταστάσεις, συμπεριφορές και στάσεις ζωής που αποτυπώνονται με τον όρο «αμαρτίες». 
Εάν παρασύρεται εκ του εγωισμού της με οποιαδήποτε μορφή κι αν αυτός εκφράζεται, και εξισώνει, δικαιώνει, συγκρίνει, υποβαθμίζει τον εαυτό της και την αμαρτωλότητά της σε σχέση με το Θεό και τους άλλους, τότε ο όποιος μολυσμός και η όποια αμαρτία την καθιστά ανελεύθερη και ενυπάρχει ο κίνδυνος αποδίωξης του ζώντος Θεού από αυτήν. Γιατί ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» (Ιακ. 4,6).

  Η ζωή μας είναι αγώνας καθαρισμού της ύπαρξής μας «από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος» (Β’ Κορ. 7,1). Αυτός ο αγώνας επιτελείται μέσα στη ζωή της Εκκλησίας δια της αγάπης και των μυστηρίων. 
Αυτός ο αγώνας επιτελείται δια της προσπαθείας για αρετή και νίκη κατά της αμαρτωλότητάς μας.
 Επιτελείται με συναίσθηση ότι ο εγωισμός μας δεν μας οδηγεί στο Θεό, αλλά μας απομακρύνει από Αυτόν. 
Επιτελείται με την αγάπη προς τους άλλους, που συμπάσχουν. Με τη εκζήτηση τελικά του ζώντος Θεού, για να κατοικήσει στην ύπαρξή μας. 
Μπορεί ο κόσμος μας να λειτουργεί εξωστρεφώς, με την αγωνία της επιβίωσης, με την οργή για τα κακώς κείμενα, με την αναζήτηση ελπίδας στα ανθρώπινα πρόσωπα, να αρνείται να παραδεχθεί ότι η αμαρτία είναι υπαρκτή κατάσταση. Το κλειδί όμως βρίσκεται στη σχέση μας με το Θεό.
 Κι εκεί καλούμαστε να παλέψουμε, χωρίς να φοβόμαστε την αμαρτία, αλλά και χωρίς να υποτασσόμαστε σ’ αυτήν. Και ο Κύριος θα μας συνδράμει και θα αποδεχθεί την επιθυμία μας να κατοικήσει εντός μας, για να γίνει τελικά ο Θεός μας και εμείς ο λαός Του, ανακουφίζοντάς μας από τις αγωνίες και δίδοντάς μας νόημα και ελπίδα.

Οι 7 περιστάσεις της αμαρτίας

8:00:00 π.μ.
1η εἶναι, ποὶος εἶναι ὁ πράξας,
2η τί ἁμαρτίαν ἔπραξε,
3η διατὶ τὴν ἔπραξε,
4η μὲ ποιὸν τρόπον τὴν ἔπραξε,
5η εἰς ποιὸν καιρὸν τὴν ἔπραξε,
6η εἰς ποιὸν τόπον τὴν ἔπραξε,
7η πόσες φορὲς τὴν ἔπραξε.
Εἰς τὸ ποὶος ἐξεταζόμενον τὸ ἁμάρτημα, γίνεται μεγαλύτερον ἢ μικρότερον λόγου χάριν, μεγαλήτερον εἶναι τὸ σφάλμα τοῦ Ἀρχιερέως, τοῦ Βασιλέως, τοῦ Ἄρχοντος, διὰ τὸ κακὸ παράδειγμα ὅπου δίδουν εἰς τὸν λαόν, παρὰ τὸ αὐτὸ σφάλμα ἑνὸς ὑπηκόου. Ὁμοίως ἕνας Καλόγερος, καὶ φιλόσοφος, καὶ γέρων περισσότερον ἁμαρτάνει ἂν καλλωπίζεται, παρὰ ἕνας κοσμικός, ἕνας ἀπαίδευτος, ἕνας νέος καλλωπι-ζόμενος. Εἰς τὸ ποίος, ἀναφέρεται καὶ ἡ κατάστασις τοῦ προσώπου, μὲ τὸ ὁποῖον ἤμαρτεν ὁ ἐξομολο-γούμενος ἂν αὐτὸ δηλαδὴ εἶναι ἱερωμένον, ἢ λαϊκόν, καὶ τὰ ὅμοια ὄχι δὲ καὶ νὰ φανερώνει καὶ τὸ κύριόν του ὄνομα...
Εἰς τό, τί, ἐξεταζόμενον τὸ ἁμάρτημα γίνεται μεγαλήτερον, ἢ μικρότερον καθότι τὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα εἶναι μεγαλήτερα ἀπὸ τὰ συγγνωστά. Καὶ πάλιν ἀπὸ τὰ θανάσιμα ὁ φόνος εἶναι μεγαλήτερον ἀπὸ τὴν εἰς τὰ κεφαλαιώδη κλεψιάν, καὶ ἀπὸ ὅλα, ἡ ἄρνησις καὶ ἡ ἀσέβεια. Εἰς ταύτην τὴν περίστασίν του, τί, ἀναφέρονται καὶ ἐξετάξονται καὶ τὰ ἁμαρτήματα τῆς ἐλλείψεως, ὅσα δηλαδὴ καλὰ ἐδύνατο νὰ κάνει κανείς, ἢ νὰ πεῖ, ἢ νὰ νοήσει, καὶ δὲν τὰ ἔκανε, ἢ δὲν τὰ εἶπε, ἢ δὲν τὰ ἐνόησε καὶ ὅσα κακὰ ἐδύνατο νὰ ἐμποδίσει λόγω ἢ ἔργω καὶ δὲν τὰ ἐμπόδισεν. Εἰς ταύτην τὴν περίστασιν ἐξετάζεται τὸ γένος τῆς ἁμαρτίας, ἤτοι ἂν εἶναι ἔργον, ἢ λόγος, ἢ νόημα καὶ λογισμὸς ὁμοίως καὶ τὸ εἶδος της δηλαδὴ ποῖον ἔργον μοιχεία, ἢ πορνεῖα, ἢ φόνος καὶ ποὶος λόγος ἀργολογία, ἢ ἐπιορκία, ἢ ψευδομαρτυρία, ἢ βλασφημία καὶ ποὶος λογισμὸς . ὑπερηφάνεια, ἢ αἵρεσις, ἢ βλασφημία κατὰ νοῦν καὶ ἢ προσβολή, ἢ συνδιασμός, ἢ συγκατάθεσις, καὶ τὰ ἄλλα.
Εἰς τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ἤμαρτεν ὁ ἄνθρωπος, ἐξεταζόμενο τὸ ἁμάρτημα, αὐξάνει ἡ ὀλιγοστεύει τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Δηλαδὴ ἂν κάποιος ἐφόνευσε τὸν τύραννον διὰ νὰ ἐλευθερώσει τὴν πόλη ἀπὸ τὴν τυραννίαν του ἢ ἔκλεψε διὰ νὰ ἐλεήσει πτωχοὺς ἢ ἐκτύπησε τὸν βιαστὴν διὰ νὰ ἐλευθερώσει τὴν κόρη, ὅπου ἐβίαζεν, λιγότερον βάρος ἔχει ἀπὸ ἐκεῖνον, ὅπου φονεύσει, ἢ κλέψει ἢ κτυπήσει διὰ τὰ κακὰ τέλη του. Καὶ ἁπλῶς κάθε ἁμαρτία ἀπὸ τὸ τέλος καὶ τὸν σκοπὸν τῆς κρίνεται.

Ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖον γίνεται ἡ ἁμαρτία, αὐξάνει ἢ ὀλιγοστεύει τὸ βάρος της δήλ. ἐκεῖνος ὅπου ἁμαρτήσει ἐν γνώσει, ἢ μὲ μελέτην, ἢ μὲ δόλον, ἢ μὲ κακὴν προαίρεσιν, βαρύτερα ἁμαρτάνει ἀπὸ τὸν ἁμαρτήσαντα τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα ἐν ἀγνοῖᾳ, ἀκουσίως, κατὰ συναρπαγὴν καὶ περίστασιν, ἀπὸ κουφότητα καὶ ἀκακίαν. Εἰς τὸν τρόπον ἀναφέ-ρεται καὶ κάθε ὄργανον, μὲ τὸ ὁποῖον ἁμαρτάνει κάποιος δήλ. τὸ ξύλον, ἢ τὸ μαχαῖρι, μὲ τὸ ὁποῖον ἐφόνευσεν, ἢ οἱ ἄνθρωποι, μὲ τὸ μέσον καὶ τὴν βοήθεια τῶν ὁποίων ἔπραξε τὴν ἁμαρτίαν.
Ὁ καιρός, καθ’ ὂν ἤμαρτε κάποιος, ὄλιγοστευει, ἢ αὐξάνει τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας δήλ. ἂν κάποιος ἐν καιρῷ ἀνάγκης καὶ πείνας κλέψει ψωμί, ἢ σῖτον, λιγώτερο ἁμαρτάνει ἀπὸ τὸν χωρὶς τῆς τοιαύτης ἀνάγκης κλέψαντα. Καὶ ὅσοι μετὰ τὴν χάρη τοῦ Εὐαγγελίου ἁμαρτάνουν βαρύτερον κρῖμα ἔχουν ἀπὸ τοὺς ἐν νόμῳ ἁμαρτήσαντας. Καὶ οἱ γυναῖκες, ὅπου λαμβάνουν τὰ θανατηφόρα βότανα μετὰ τὴν σύλληψιν τοῦ παιδιοῦ, βαρύτερα ἁμαρτάνουν ἀπὸ τᾶς λαμβάνουσας ταῦτα πρὸ τῆς συλλήψεως.
Καὶ εἰς τὰ ἄλλα ὁμοίως ἀκολουθεῖ.
Ὁ τόπος, εἰς τὸν ὁποῖον γίνεται τὸ ἁμάρτημα λιγοστεύει ἢ αὐξάνει τὸ βάρος του δήλ. ἐὰν φονεύσει κάποιος, ἢ κλέψει ἐν τὴ Ἐκκλησία, βαρύτερα ἁμαρτάνει τοῦ φονεύσαντος, ἢ κλεψαντος ἐν τῷ οἴκῳ, καθότι ὁ ἐν Ἐκκλησίᾳ ταῦτα ποιήσας, διπλὰ ἁμαρτάνει κάνωντας ἐνταυτῶ φόνον καὶ δείχνωντας πρὸς τὸν Θεὸν ἀσέβεια καὶ ἀπιστία καὶ κάνοντας ἐν ταυτῷ κλεψιὰν καὶ ἱεροσυλίαν.Καὶ ὁ ἁμαρτήσας ἐν ἐρήμῳ, βαρύτερα ἁμαρτάνει τοῦ ἐν κόσμῳ. Ὁ ἐν μοναστηρίῳ, τοῦ ἐν πόλει. Ὁ ἐν πολιτείᾳ ἔχων πολλὰ παραδείγματα ἀρετῆς, τοῦ ἐν χωρίω, καὶ ἐν μῇ τοιάυτη πολιτεία ἁμαρτήσαντος. Ὁ ἐν φανερῷ βαρύτερα ἁμαρτάνει τοῦ ἐν κρυπτῷ.
Τὸ πόσες φορὲς ἔγινε ἡ ἁμαρτία αὐξάνει ἢ ὀλιγοστεύει τὸ βάρος της διότι ἐκεῖνος, ὅπου μίαν, ἢ καὶ δυὸ φορὲς ἁμαρτήσει, λιγότερο ἐπιτίμιον ἔχει, ἀπὸ ἐκεῖνον, ὅπου ἔκανε τὴν αὐτὴν ἁμαρτίαν ὄχι μίαν ἢ δυὸ ἢ τρεῖς φορὲς ἀλλὰ πολλὲς φορὲς (βλέπε καὶ τὸν 8ον Κανόνα τῆς ἐν Ἀγκύρᾳ Τόπ. Συνόδου).
Πηγή: (Εξομολογητάριον Αγίου Νικοδήμου 31-34), https://plus.google.com/+IoannisGentzos/posts/G359uvJoceR

Δεν πουλάμε γονείς!

8:00:00 π.μ.
Ένα νεαρό ζευγάρι μπήκε στο μεγαλύτερο κατάστημα παιχνιδιών μιας πόλης. Ξαφνιάστηκε από το πλήθος και την ποιότητα των παιχνιδιών, που ήταν με πολλή τέχνη εκτεθειμένα στα ράφια του. Δυσκολεύτηκαν, όμως, πολύ να καταλήξουν σε απόφαση. Τους πλησίασε ευγενικά ο πωλητής και με διακριτικό χαμόγελο προθυμοποιήθηκε να τους βοηθήσει.

-Ακούστε, του εξήγησε η νεαρή γυναίκα, λείπουμε από το σπίτι όλη την ημέρα λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων και, μερικές φορές, ακόμη μέχρι αργά τα βράδυ.
-Έχουμε μια μικρή κορούλα, συνέχισε ο άνδρας, που συνεχώς χαμογελά και θέλουμε να της αγοράσουμε κάτι που θα την κάνει ευτυχισμένη και θα της δώσει ακόμη μεγαλύτερη χαρά, όταν είναι μόνη της.
Ο υπάλληλος ελαφρώς μειδίασε. «Συγγνώμη, είπε, εδώ όμως δεν πουλάμε γονείς!»

Χρειάζεται στους νέους η Εξομολόγηση;

8:00:00 π.μ.

Ένα μυστήριο, την αξία του οποίου πολλοί δεν κατανοούν, είναι αυτό της μετανοίας και εξομολογήσεως. Πολλοί το συγχέουν με την κοσμική ψυχοθεραπεία. Ακόμη κι αν αισθάνονται ότι ο ιερέας δεν είναι ψυχολόγος, εντούτοις, οι περισσότεροι που μετέχουν στο μυστήριο τον θεωρούν υποψήφιο ακροατή των προβλημάτων και των παθημάτων τους, και όχι ως τον πνευματικό πατέρα, ο οποίος ακούει την εξαγόρευση των αμαρτιών, βοηθά στην πνευματική αναγέννηση του εξομολογουμένου και την ίδια στιγμή προσπαθεί να τον βοηθήσει να σηκώσει τους σταυρούς του εντός του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας...

          Έτσι και οι νέοι. Όσοι εξομολογούνται, συνήθως έχουν επίγνωση της ανάγκης για κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη εφόσον έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλον που έχει επαφή με την Εκκλησία. Πολλοί νέοι επισκέπτονται τον πνευματικό όταν αντιμετωπίζουν προβλήματα, ιδιαιτέρως στις σχέσεις τους ή στην οικογένειά τους, και αναζητούν μία συμβουλή. Άλλοι αναζητούν απαντήσεις σε αγωνίες που ανακύπτουν μέσα από διάφορες δοκιμασίες, όπως η αρρώστια ή ο θάνατος. Άλλοι προσελκύονται από το πρόσωπο του πνευματικού, ιδίως όταν αυτός μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους. Άλλοι πάλι επηρεάζονται από κάποιους φίλους τους, όταν συμβεί να συμμετέχουν στην ενοριακή ζωή.

 

             Είναι κρίσιμη η εξέταση αυτών των λόγων, διότι το κυριότερο ερώτημα που ανακύπτει είναι κατά πόσον ο Θεός μιλά στις καρδιές των νέων που προσέρχονται στο μυστήριο. Η απάντηση φαντάζει αυτονόητα καταφατική. Δεν είναι όμως πάντοτε έτσι. Κάποιοι νέοι μπορεί να απογοητευτούν είτε από την αδιάκριτη αυστηρότητα είτε από την στενά θρησκευτική αντιμετώπιση των προβληματισμών τους. Ο πνευματικός καλείται να συζητά  με τους νεώτερους περισσότερο, διότι αυτοί θα χτίσουν σχέση με τον Θεό και την Εκκλησία διά του μυστηρίου. Ο Θεός δίνει την χάρη της αφέσεως. Το πρόσωπο όμως του πνευματικού είναι σημαντικό.

            Σε βάθος χρόνου βεβαίως ο Θεός, ο οποίος βλέπει την προαίρεση των νέων που προστρέχουν στη εξομολόγηση, θα μιλήσει σ’ αυτούς. Όμως η εξομολόγηση είναι σπουδαία δωρεά, ιδίως αν το όλο μυστήριο έχει εκκλησιοκεντρικό χαρακτήρα. Αν ο νέος κατανοήσει, με τη βοήθεια του πνευματικού, ότι η μετοχή του δεν έχει σκοπό ούτε την αυτοδικαίωσή του ούτε την καταδίκη του, αλλά την αποκατάσταση της σχέσης του με το σώμα του Χριστού. Η αμαρτία μάς χωρίζει από τον Θεό και τον συνάνθρωπο και διχοτομεί τον εαυτό μας σε παλαιό και νέο άνθρωπο. Γι’  αυτό και το μυστήριο αποκαθιστά την τραυματισμένη ενότητα. Διότι κάνει τον άνθρωπο να συνειδητοποιεί την έλλειψη της αγάπης και την επικράτηση ενός ψεύτικου εαυτού, τον βοηθά να διακρίνει την αλήθεια για τη ζωή και να δει πού υποκύπτει στον πονηρό. Ακόμη κι αν ο πολιτισμός δεν επιτρέπει την στόχευση σε ιδιαίτερες εναλλακτικές, εντούτοις η αντίσταση στο κακό και η πρόταξη της αγάπης αποτελούν σημεία-κλειδιά για την ένταξη στην εκκλησιαστική ζωή.

              Γι’  αυτό και τελικά οι νέοι χρειάζονται την εξομολόγηση. Χρειάζονται ένα σταθερό σημείο πνευματικής αναφοράς που είναι ο εξομολόγος-πνευματικός, αλλά και το σώμα του Χριστού στο οποίο να ανήκουν. Χρειάζονται όμως και αυτό που η ψυχοθεραπεία δεν μπορεί να δώσει: την άφεση των αμαρτιών, την απάλειψη των ενοχών και την ελευθερία που η σχέση με τον Χριστό προσφέρει. Τα υπόλοιπα είναι του Θεού!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 20 Απριλίου 2016

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

ΩΦΕΛΙΜΑ

ΓΕΡΟΝΤΕΣ

ΘΑΥΜΑΤΑ

 
Copyright © ΕΛΛΑΣ-ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Designed by OddThemes | Distributed By Blogger Templates20