ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΝΩΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΘΑΥΜΑ: Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟΥ ΑΠΟ ΒΕΒΑΙΗ ΣΥΝΤΡΙΒΗ!

 
Ἦταν χαράματα Παρασκευῆς, 29 Αὐγούστου τοῦ 2003.  Φεύγαμε μέ βαριά καρδιά ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ, μέ κατεύθυνση πρός Τέλ Ἀβίβ καί ἀπό ἐκεῖ γιά Ἀθήνα.
        Εἴχαμε περάσει ὑπέροχα. Τήν προηγούμενη, εἴχαμε γιορτάσει πανηγυρικά τήν Κοίμηση τῆς Παναγίας μας στόν Τάφο Της, ἀφοῦ στά Ἱεροσόλυμα ἡ Κοίμηση ἑορτάζεται 13 ἡμέρες μετά, στίς 28 Αὐγούστου. Ζήσαμε μία πρωτόγνωρη, μοναδική ἐμπειρία. Τό πανηγύρι ἦταν μεγαλοπρεπές, πλούσιο, γενναιόδωρο πρός πάντας. Ἀργά τό ἀπόγευμα ἑτοιμάσαμε τίς βαλίτσες μας, τό βράδυ λάβαμε μέρος στήν ἀγρυπνία στόν Πανάγιο Τάφο καί ἀμέσως μετά, γρήγορα στό ποῦλμαν πού μᾶς περίμενε ἀκριβῶς ἔξω ἀπό τήν παλαιά Πόλη. Ὁ καιρός ἦταν καλός. Ὁ οὐρανός ἔναστρος καί μέσα σέ μία γλυκιά ἡσυχία ἀπολαμβάναμε τήν Πόλη φωτισμένη. Εἴχαμε στυλώσει τά μάτια μας στά τείχη της, ἀγκαλιάζοντας νοερά ὅλα τά Πανάγια Προσκυνήματα, κλείνοντάς τα ἑρμητικά μέσα στήν καρδιά μας. Ἕνα σχεδόν ἀδιόρατο ἐλαφρύ χαμόγελο πρόδιδε τήν κούραση τῶν ἡμερῶν, ἀλλά καί τήν βαθιά εὐγνωμοσύνη μας πρός Τόν Θεό γιά ὅσα ζήσαμε. Ἡ εὐχαρίστησή μας ἦταν τόση, πού δέν κλονίστηκε καθόλου ἀπό τήν παρατεταμένη ἀναμονή, οὔτε ἀπό τόν ἐξαντλητικό ἔλεγχο τῶν Ἑβραίων στό ἀεροδρόμιο.
         Ὅταν ἐπιτέλους ἐπιβιβάστηκα στό ἀεροπλάνο – ἐάν θυμᾶμαι καλά ἦταν ἕνα δικινητήριο Airbus – πρόσεξα ὅτι τά φῶτα τοῦ τρεμόπαιζαν συνεχῶς καί δέν σταθεροποιοῦνταν σέ μία συγκεκριμένη φωτεινότητα. Σκέφθηκα ὅτι κάποιο καλώδιο δέν κάνει καλή ἐπαφή καί βυθίστηκα στό κάθισμά μου…Ὅταν ξεκίνησε ἡ τροχοδρόμηση, τό πρόβλημα στά ἠλεκτρικά ἔγινε πιό ἔντονο, ἐνῷ παράλληλα ἀκούγονταν καί ὁ χαρακτηριστικός ἦχος μικρῶν, πολλαπλῶν βραχυκυκλωμάτων. Δέν ἔδωσα σημασία· τά φῶτα ἔσβησαν, ἀπογειωθήκαμε καί, ὅταν ξανάναψαν τό πρόβλημα ὑφίστατο σέ μικρότερο βαθμό. Καθόμουν μέ τή μητέρα μου στήν ἀριστερή πλευρά τοῦ ἀεροσκάφους, μπροστά ἀπό τό φτερό, ἐνῷ φίλοι καί γνωστοί κάθονταν σέ κοντινές θέσεις. Μετά ἀπό περίπου 20 λεπτά ἀκούσαμε ἕνα δυνατό θόρυβο καί τό ἀεροπλάνο ἄρχιζε νά τρέμει καί νά κινεῖται δεξιά καί ἀριστερά, σάν νά «κοσκινίζει», ὅπως εὔστοχα παρατήρησε κάποιος φίλος. Ὁ πιλότος εἶπε πρῶτα στά ἑβραϊκά καί μετά στά ἀγγλικά νά παραμείνουμε μέ τίς ζῶνες μας δεμένες, τό ἴδιο ἔκαναν ἀμέσως καί οἱ ἀεροσυνοδοί.
         Ἀρχικά δέν δώσαμε σημασία, ὥσπου κοίταξα τό φτερό καί εἶδα τήν τουρμπίνα  νά φλέγεται καί νά ἐκσφενδονίζει κομμάτια ἀπό πυρωμένο σίδερο! Μετά ἀπό ἕνα καθησυχαστικό πρόλογο, τήν ἔδειξα στή μητέρα μου καί στούς γύρω φίλους. Ὅλοι μας εἴχαμε ταξιδέψει πολλές φορές μέ ἀεροπλάνο, ἀλλά ἦταν ἡ πρώτη φορά πού βλέπαμε φλεγόμενο κινητήρα.
        Σφιχθήκαμε κάπως, ἀλλά κρύψαμε ἐπιμελῶς τήν ἀνησυχία μας, σιωπώντας. Κάποιοι ἀπό ἐμᾶς, ὅπως ἔμαθα ἀργότερα, λέγαμε νοερά τήν Εὐχή. Μετά ἀπό ἀρκετά λεπτά ἔγινε νέα ἀνακοίνωση πού μᾶς πληροφοροῦσε γιά τήν ἀπώλεια τοῦ ἀριστεροῦ κινητήρα καί ὅτι θά προσπαθήσουμε νά φθάσουμε στό Ἐλευθέριος Βενιζέλος μέ τόν ἄλλο.
        Δέν πέρασαν ἄλλα εἴκοσι λεπτά, ὅταν ἀκούστηκε ἕνας λιγότερος δυνατός θόρυβος ἀπό τή δεξιά πλευρά καί νοιώσαμε ὅλοι τίς ἴδιες ἔντονες δονήσεις τοῦ ἀεροσκάφους, ἀναμεμιγμένες μέ ἀναταράξεις. Κάποιοι πού κάθονταν μπροστά ἀπό τό δεξί φτερό φώναξαν «πῆρε φωτιά ἡ τουρμπίνα»! Τό μέχρι τότε ἤπιο καί, μᾶλλον εὐχάριστο κλίμα, τοῦ θαλάμου ἀντικαταστάθηκε σύντομα ἀπό πανικό. Τό ἀεροσκάφος ἔχανε διαρκῶς καί ἀπότομα ὕψος καί ἀκουγόταν ἕνας θόρυβος σάν σφύριγμα, πού μετά θυμήθηκα ὅτι τόν  ἄκουγα στίς ταινίες, ὅταν ἔπεφταν οἱ βόμβες τῶν ἀεροπλάνων. Οἱ ἀεροσυνοδοί, πού μόλις εἶχαν ξεκινήσει νά προσφέρουν ἀναψυκτικά, ἀσφάλισαν τρέχοντας τά καροτσάκιά τους στίς κατάλληλες θέσεις· κάθισαν γρήγορα καί προσδέθηκαν κρατώντας τό κεφάλι τους κοντά στά γόνατα. Ἀρκετοί καρδιοπαθεῖς καί ἡλικιωμένοι ἔπαιρναν τά χάπια τους δυό – δυό. Μεταξύ συζύγων, γίνονταν δημόσιες ἐξομολογήσεις γιά τό πότε ἀπάτησε ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί μέ ποιόν καί ζητοῦσαν συγχώρεση. Γιαγιάδες καί παπποῦδες ἀπεκάλυπταν στά παιδιά τους ὅτι τούς ἀδίκησαν στή διαθήκη τους καί ζητοῦσαν συγχώρεση καί ἐκεῖνα τήν ἔδιναν, ἀλλά καί τήν ζητοῦσαν μέ τή σειρά τους γιά παλιές ἄπρεπες συμπεριφορές. Φίλοι ὁμολογοῦσαν ὅτι μέ ἀφορμή τό τάδε περιστατικό εἶχαν πεῖ ψέματα καί εἶχαν συκοφαντήσει ἀλλήλους…
         Ὅλα τά παραπάνω μαζί μέ τή συνεχῆ καί ἀπότομη ἀπώλεια ὕψους, τίς ἀσυνήθιστες ἀναταράξεις καί τή σιγή τοῦ πιλότου ἔκαναν βαριά τήν ἀτμόσφαιρα. Σάν νά μήν ἔφθανε αὐτό, κάποιος ἀπό τήν παρέα φώναξε «εἶχε δίκιο ὁ τάδε», ἐνθυμούμενος τά λόγια ἑνός μοναχοῦ, πού τοῦ εἶχε πεῖ, παρουσία τρίτων, πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες ὅτι ἡ Ἑλλάδα θά θρηνήσει μεγαλύτερο ἀριθμό νεκρῶν ἀπό ὅτι τό Πάσχα – ἀναφερόμενος στό δυστύχημα λίγο πρίν ἀπό τή Μεγάλη Ἑβδομάδα στά Τέμπη – μόνο πού αὐτή τή φορά θά εἶναι στή θάλασσα. Εἴχαμε ἀρχίσει νά ἀνησυχοῦμε σοβαρά….
        Τό ἀεροπλάνο ἄρχισε νά παίρνει κλίση, καταλάβαμε ὅτι προσπαθεῖ νά στρίψει καί σκέφθηκα ὅτι θά ἐπιστρέφαμε στό Τέλ Ἀβίβ ἤ ὅτι θά πηγαίναμε στήν Κύπρο. Σέ λίγο σηκώθηκε μία ἀεροσυνοδός καί πῆγε βιαστικά νά ἀσφαλίσει κάποια ἀντικείμενα πού ἔπεφταν. Τή σταμάτησα καί τή ρώτησα τί ἀκριβῶς συνέβαινε. Ἡ πρώην χαμογελαστή καί γλυκομίλητη κοπέλα εἶχε γίνει κατάχλωμη καί εἶχε χάσει τή φωνή της. Ὁ φόβος κυριαρχοῦσε στήν ἔκφραση τοῦ προσώπου της, στά σφιγμένα δόντια καί κορυφώνονταν στά μάτιά της.
        Τή ρώτησα ἐάν εἴχαμε χάσει καί τούς δυό κινητῆρες καί ἀπάντησε μέ νεῦμα καταφατικά. «Καί τώρα τί θά γίνει; Πῶς θά τό ἀντιμετωπίσουμε;», ξαναρώτησα. Ἔπαψε νά μέ κοιτάζει στά μάτια, τό βλέμμα της ἔγινε μακρινό, σάν νά κοιτοῦσε τό κενό, κινοῦσε τό κεφάλι της δεξιά καί ἀριστερά, ἀνασήκωσε τούς ὤμους ἀδιάφορα, σάν ὅλα νά εἶχαν τελειώσει καί ἔκανε νά φύγει. Τή συγκράτησα ἔντονα ἀπό τό χέρι φωνάζοντας «Πέφτουμε;» καί ἐκείνη μοῦ ἔγνεψε πολλές φορές καταφατικά, χωρίς νά μπορεῖ νά ἀρθρώσει λέξη καί ἔτρεξε νά προσδεθεῖ πάλι στό κάθισμά της, κρατώντας σφιχτά τό  κεφάλι στά γόνατα. Πήραμε ὅλοι βαθιά ἀνάσα καί προσπαθούσαμε ὅσο τό δυνατόν ψύχραιμα νά συνειδητοποιήσουμε τά συμβαίνοντα.
        Τό πέπλο τῆς μελαγχολίας ἔσκισε ἡ δυνατή φωνή ἑνός ρασοφόρου: «Μήν φοβᾶστε, ἀδελφοί μου, ἄς προσευχηθοῦμε, δέν θά ἀφήσει ὁ Θεός!». Οἱ ἱερεῖς ἔβαλαν πετραχήλι καί ἄρχισαν νά διαβάζουν, κάποιοι λαϊκοί ἔλεγαν νοερά τήν Εὐχή καί οἱ ὑπόλοιποι χωρίστηκαν σέ δυό ὁμάδες – τή δεξιά καί τήν ἀριστερή πτέρυγα τοῦ θαλάμου τῶν ἐπιβατῶν – καί ἄρχισαν δειλά νά ψάλλουν οἱ μέν τήν Παράκληση τῆς Παναγίας καί οἱ δέ τούς Χαιρετισμούς. Ἀναθέσαμε τήν ἐλπίδα μας στόν Θεό καί αἰσθανθήκαμε πολύ καλύτερα, ξελαφρώσαμε.
        Οἱ ἀλλόθρησκοι ἐπιβάτες, ὑπερβολικά φοβισμένοι σέ σύγκριση μέ ἐμᾶς, νόμιζαν ὅτι τραγουδούσαμε καί μᾶς κοίταζαν σάν νά ἤμασταν τρελοί. Ἡ παρήγορη ὅμως αὐτή ψυχική ἀνάκαμψη διεκόπη λίγο ἀργότερα, ὅταν ἔκανε ἀνακοίνωση μέ τρεμάμενη φωνή ὁ πιλότος: «ὅπως ἤδη καταλάβατε, πρίν ἀπό λίγη ὥρα χάσαμε καί τό δεύτερο κινητήρα· ἀνεφλέγη. Ρίξαμε τά καύσιμα καί θά προσπαθήσουμε νά ἐπιστρέψουμε στό Μπέν Κουριόν (τό ἀεροδρόμιο τοῦ Τέλ Ἀβίβ), ἀλλά…» τοῦ ἦρθε ἕνας κόμπος στόν λαιμό καί σταμάτησε ἀπότομα. Πρός στιγμήν πάγωσε τό αἷμα μας. Ὅπως καί νά τό κάνουμε, ἀλλιῶς εἶναι νά ὑποθέτεις βάσιμα πώς ὁδεύεις σέ κάτι δυσάρεστο καί ἀλλιῶς εἶναι νά σοῦ τό ἐπιβεβαιώνουν ἐπισήμως! Μετά τίς πρῶτες ἀμήχανες στιγμές, συνεχίσαμε ὅλοι μαζί νά προσευχόμαστε ἀπό τό σημεῖο πού εἴχαμε σταματήσει, ἄλλοι τήν Εὐχή, ἄλλοι τήν Παράκληση, ἄλλοι τούς Χαιρετισμούς. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅτι προσεύχονταν θερμά καί ὅσοι ἔδειχναν στό παρελθόν νά μήν πιστεύουν…
        Προσπάθησα νά φερθῶ ψύχραιμα σέ σημεῖο πού κατηγορήθηκα γιά ἀναισθησία. Ἐξήγησα ἤρεμα, μέ τήν ἐλπίδα νά δώσω κουράγιο καί σέ κάποιους πού ἔκλαιγαν: «Κάποτε ὅλοι θά πεθάνουμε, αὐτό δέν ἀλλάζει. Τί μᾶς μένει τότε; Τό πόσα χρόνια θά ζήσουμε καί τό πώς θά τά ζήσουμε. Ὅλοι μας θέλουμε νά ζήσουμε πολλά χρόνια, ἐάν ὅμως ὁ Θεός ἀποφάσισε νά πεθάνουμε σήμερα, οὔτε αὐτό ἀλλάζει· ἐξάλλου, δέν ὑπάρχει κάτι πού νά μποροῦμε νά κάνουμε ἀνθρωπίνως γιά νά σωθοῦμε καί δέν τό κάνουμε. Ἄρα, ἐάν πάρουμε ὡς δεδομένο ὅτι σήμερα θά κληθοῦμε σέ ἀπολογία, τι πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει; Τό σέ ποιά κατάσταση βρίσκεται ἡ ψυχή μας. Τώρα θά μοῦ πεῖτε, εἶμαι σέ ἄσχημη κατάσταση, ἀλλά, ἐάν εἶχα καί ἄλλα χρόνια, θά μετανοοῦσα! Αὐτή ὅμως ἡ φιλοσοφική σκέψη δέν εἶναι τῆς παρούσης, εἶναι μᾶλλον ἕνας εὐσεβής πόθος, γιατί εἴπαμε ὅτι παίρνουμε ὡς δεδομένο ὅτι παραδίδουμε σήμερα. Ἄρα τί μᾶς μένει νά κάνουμε; Νά προσευχηθοῦμε εἰλικρινά καί νά ζητήσουμε μέ θέρμη συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὅμως, πρέπει νά ἔχουμε τήν ἐλπίδα μας στό ἔλεος Τοῦ Θεοῦ, γιατί:
        Ὁ Θεός ἀπό τήν ἄπειρη ἀγάπη Του γιά ἐμᾶς, δέν θά ἐπέτρεπε ποτέ νά γίνει κάτι πρός ζημία τῆς ψυχῆς μας, δηλαδή, ἐάν μᾶς πάρει σήμερα, αὐτό θά πεῖ ὅτι θά μᾶς πάρει στήν καλύτερη στιγμή μας.
        Οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς ἐξομολογηθήκαμε καί κοινωνήσαμε μόλις χθές στήν ἑορτή τῆς Παναγίας, ἄρα εἴμαστε κατά τό δυνατόν ἕτοιμοι· σκεφθεῖτε νά φεύγαμε ἐντελῶς ἀπροετοίμαστοι; Καί,
        Ὅσοι ἤρθαμε ἐδῶ, δέν ἤρθαμε γιά τουρισμό ἀλλά γιά προσκύνημα· λέτε ὁ Κύριος καί ἡ Παναγία, πού ἤρθαμε στήν ἑορτή Της, νά μᾶς ἀφήσουν ἔτσι;
        Οἱ ἀναταράξεις συνεχίζονταν πολύ ἔντονες. Ἤμασταν χαμηλά, ἄρχισαν νά διακρίνονται τά νησιά μέ τά χαρακτηριστικά τους καί μακριά ἡ στεριά. Ξαφνικά σηκώθηκε ὄρθιος ὁ ἴδιος ρασοφόρος, πού καθόταν μπροστά δεξιά καί μᾶς εἶχε παροτρύνει νά προσευχηθοῦμε – δέν γνωρίζω ἐάν ἦταν μοναχός ἤ ἱερομόναχος- (θυμᾶμαι μόνο τήν ψηλόλιγνη μορφή του, τό ἱλαρό τοῦ προσώπου καί τή μακριά του γενειάδα)  εἶπε μέ δυνατή καί γεμάτη σιγουριά φωνή καί δακρυσμένα μάτια: «Παιδιά μου, σᾶς παρακαλῶ, πιστέψτε με. Βλέπω τήν Παναγία μας μπροστά μου θεόρατη καί κρατάει τό ἀεροπλάνο ἀπό τήν κοιλιά· θά σωθοῦμε, θά σωθοῦμε!» καί ξεσπώντας σέ δάκρυα «ἄς προσευχηθοῦμε νά τήν εὐχαριστήσουμε». Ὅλοι οἱ ἐπιβάτες πήραμε κουράγιο καί ἀρχίσαμε νά ψέλνουμε δυνατά αὐτή τή φορά, χαρμόσυνα τήν Παράκληση. Μέχρι και οἱ ἀεροσυνοδοί κατάλαβαν ἀπό τή γλώσσα τοῦ σώματος ὅτι κάτι εὐχάριστο συμβαίνει καί ἀναθάρρεψαν κοιτώντας ἀπορημένες.
 Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα
        Σέ λίγη ὥρα φάνηκαν καθαρά τά κτήρια τοῦ Τέλ Ἀβίβ· ἤμασταν ἤδη πολύ χαμηλά. Ἔμεναν λίγες μόλις στιγμές… Ἄρχισαν νά μπαίνουν λογισμοί ἀμφιβολίας στό μυαλό μου: «Ἄραγε ἡ πρόσκρουση θά γίνει στή στεριά ἤ θά πέσουμε στή θάλασσα;», μά προσπαθοῦσα νά τούς διώξω μέ τήν προσευχή: «Πιστεύω Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. Γεννηθήτω τό θέλημά Σου. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.»
        Σέ λίγο φάνηκε τό ἀεροδρόμιο. Ὁ διάδρομος ἦταν στρωμένος μέ ἀφρό καί κατά μῆκος του ἦταν παρατεταγμένα πολλά νοσοκομειακά. Ἄλλο ἀεροπλάνο δέν φαινόταν, προφανῶς μᾶς εἶχαν δώσει προτεραιότητα. Μᾶς φάνηκε ὅτι κατεβαίναμε μέ μεγάλη ταχύτητα σέ σχέση μέ τίς ἄλλες φορές, μᾶς χώριζαν λίγα μόλις μέτρα ἀπό τό ἔδαφος. Ὅταν ἔγινε ἡ ἐπαφή, τό ἀεροπλάνο σταμάτησε κατά θαυμαστό τρόπο σέ μόλις 50 μέτρα, χωρίς κανένας μας νά κινηθεῖ ἀπό τή θέση του, ἔστω καί κατ’ ἐλάχιστον. Τουρμπίνες δέν εἶχε, γιά νά τίς θέσει σέ ἀνάστροφη λειτουργία, ὥστε νά φρενάρει, καί τό φρένο στίς ρόδες θά ἔπρεπε νά εἶναι πολύ ἀπότομο – πράγμα πολύ ἐπικίνδυνο – γιά νά σταματήσουμε μόλις σέ 50 μέτρα, καί ἀκόμα καί τότε θά ἔπρεπε λόγω ἀδράνειας νά πεταχτοῦμε ὅλοι πρός τά μπροστά! (Ἐδῶ φρενάρει κανείς λίγο μέ τό αὐτοκίνητο καί μέ μικρές ταχύτητες καί τό σῶμα του πηγαίνει μπροστά). Τίποτα ὅμως ἀπό ὅλα αὐτά δέν ἔγινε. Τό ἀεροπλάνο δέν σταμάτησε σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φυσικῆς, ἀλλά σάν νά ἐναποτέθηκε μαλακά στό ἔδαφος!
        Ὅλοι ἀρχίσαμε, γεμάτοι ἀνακούφιση, τά εὐχαριστήρια: «Δόξα Σοι Κύριε», «Σέ εὐχαριστῶ Παναγία μου», «Ἄς εἶναι εὐλογημένο τό Ὄνομά Σου, Κύριε».
        Μόνο τίς ἀεροσυνοδούς εἶχε πιάσει νευρική κρίση. Γιά τουλάχιστον πέντε λεπτά ἡ μία ἄνοιγε ἕνα γιαούρτι, ἔτρωγε μία κουταλιά, τό πέταγε καί ἔπαιρνε ἄλλο, ἡ ἄλλη ἀνοιγόκλεινε συνεχῶς κάποια μεταλλικά συρτάρια, ἡ ἄλλη ἔτρεμε καί χτυποῦσαν τά δόντια της.
        Μετά ἀπό λίγο ἀποβιβάστηκε καί συνοδεία ἀστυνομικῶν, ἰατρῶν καί νοσοκόμων πήγαμε σέ ἕνα σαλόνι, ὅπου κάποιους προσπαθοῦσαν νά τούς συνεφέρουν καί στούς ὑπόλοιπους πρόσφεραν ἕνα ἀναψυκτικό. Ἀπό τήν ἔνταση εἶχε στεγνώσει τό στόμα μας, ἀλλά ποιός νοιάζονταν;
        Ἤμασταν ζωντανοί· μόνο αὐτό μετροῦσε! Σέ λίγο ἦρθε ἄλλο ἀεροσκάφος νά μᾶς πάει στήν Ἀθήνα, ὅπου καί φθάσαμε ἀσφαλῶς. Βέβαια μᾶς περίμεναν δημοσιογράφοι καί κάμερες. Ἕνας φίλος μου τηλεφώνησε μέ ἀγωνία νά δεῖ ἐάν εἶμαι καλά, γιατί  εἶδε ἕνα trailer στίς πρωινές εἰδήσεις μεγάλου καναλιοῦ γιά τήν πτήση μας, ἀλλά μετά τό θέμα ἀποσιωπήθηκε ἐπιμελῶς.
        Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή, ὅλοι μας χάσαμε τό ἐνδιαφέρον μας γιά τίς λεπτομέρειες. Δέν φώναζε κανείς, δέν διαμαρτύρονταν γιά τήν καθυστέρηση, γιά τίς βαλίτσες, γιά τίς δημοσίως ἐξομολογηθεῖσες βαριές ἁμαρτίες, γιά τίποτα. Βαδίζαμε στή γῆ, ἀλλά τό μυαλό καί ἡ καρδιά μας ἦταν γεμάτα εὐγνωμοσύνη, κατά τή δύναμη τοῦ καθενός προσκολλημένα σέ Ἐκεῖνον πού μας ἐπιβεβαίωσε τόσο περίτρανα καί πάλι τήν ἀγάπη Του. Ξέραμε ὅτι ζούσαμε μέσα στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί αἰσθανόμασταν ἀπέραντη χαρά καί ἀνεκλάλητη εὐγνωμοσύνη γι΄ αὐτό.
        Καί οἱ ἑπόμενες ἡμέρες πέρασαν ἔτσι. Ἔβλεπα καθετί ὡς δημιούργημα Τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαποῦσα καί τό θαύμαζα. Εἶχα πάψει νά θυμώνω καί νά ἀναλώνομαι σέ δευτερεύοντα πράγματα. Προσπαθοῦσα νά ἀνταποκριθῶ στή Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέ ἐπιεικῆ συμπεριφορά, μήν κρίνοντας καί, ὅπου μποροῦσα, βοηθώντας τούς ἄλλους.
        Δυστυχῶς, μετά ἀπό μία περίπου ἑβδομάδα, ξαναμπῆκα στή ρουτίνα τῆς καθημερινότητας. Ντρέπομαι πού τό ἀναφέρω, ἀλλά δέν κατάφερα νά συγκρατήσω μέσα μου ἐκείνη τήν πρωτόγνωρη εἰρήνη, τήν προσευχή, τήν εὐγνωμοσύνη, τήν ἀγάπη.
        Αὐτό τό πέρα γιά πέρα πραγματικό γεγονός, μέ ἔκανε νά βλέπω τά πράγματα λίγο διαφορετικά, νά προσπαθῶ νά βγῶ ἀπό τό καβούκι τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μου καί τῆς παράλογης λογικῆς μας, πού τά βάζει ὅλα σέ κουτάκια καί θέλει νά τά ἐξηγεῖ μέ νόμους καί κανόνες. Ὁ φόβος τοῦ τέλους ἐπιταχύνει τή συνειδητοποίηση τῶν λαθῶν, ὠθεῖ σέ συναίσθηση…. Ἡ εὐγνωμοσύνη πού νοιώθει κανείς γιά τήν ἄπειρη ἀγάπη Τοῦ Θεοῦ μαλακώνει τήν καρδιά του, τόν λιώνει, τόν κάνει νά ἀγαπάει διά τοῦ Θεοῦ τούς ἀδελφούς του καί τήν κτίση καί παράλληλα νά φοβᾶται μήπως μέ κάποια πράξη του  λυπήσει τόν Θεό καί χάσει αὐτό πού ἀρχίζει νά γεύεται ἡ καρδιά του καί σκιρτᾶ, αὐτό πού φτιάχτηκε νά ἀναζητᾶ ἡ ψυχή του, τήν διά τῆς ἀγάπης δωρεάν παρεχόμενης ἕνωσής της μέ Τόν Θεό.
    (Ἀποφάσισα νά γράψω αὐτή τήν μοναδική γιά μένα ἐμπειρία κατά παράκληση ἑνός ἀγαπητοῦ φίλου, «πρός δόξαν Θεοῦ» καί πνευματική τόνωση τῶν ἀδελφῶν. Παρακαλῶ, συγχωρέστε τόν προσωπικό τόνο τῆς διήγησης, ἀλλά ἤθελα νά ἀποδώσω τά γεγονότα καί τά συναισθήματα ἀκριβῶς, ὅπως τά ζήσαμε. Εὐχαριστῶ γιά τήν κατανόησή σας.)
Α.Π.

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ ΤΟ:

ΩΦΕΛΙΜΑ

ΓΕΡΟΝΤΕΣ

ΘΑΥΜΑΤΑ

 
Copyright © ΕΛΛΑΣ-ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Designed by OddThemes | Distributed By Blogger Templates20